Η κυβέρνηση ετοιμάζει ένα νέο πακέτο παρεμβάσεων για το στεγαστικό ζήτημα, με βασικό στόχο την αύξηση της προσφοράς κατοικιών στην αγορά. Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, μιλώντας στο «Athens Tax Forum 2025», έκανε λόγο για σειρά «στοχευμένων ενεργειών», που θα έρθουν να συμπληρώσουν τα μέτρα που ήδη εφαρμόζονται ή έχουν προαναγγελθεί.
«Γνωρίζουμε καλά ότι το κόστος στέγασης αποτελεί σημαντικό βάρος για ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Τα ενοίκια απορροφούν μεγάλο ποσοστό του οικογενειακού εισοδήματος και αυτό δεν μπορεί να αφήσει την Πολιτεία αδρανή», ανέφερε χαρακτηριστικά. Η νέα δέσμη μέτρων θα στοχεύει τόσο στη στήριξη των νοικοκυριών που δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στο αυξημένο κόστος ενοικίασης, όσο και στην τόνωση της παραγωγής νέων, προσιτών κατοικιών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το σχέδιο δεν θα περιοριστεί στην ενίσχυση υφιστάμενων προγραμμάτων, αλλά θα επεκταθεί και στο φορολογικό πλαίσιο που αφορά τα ακίνητα. Στο τραπέζι βρίσκονται ρυθμίσεις που σχετίζονται με επιδοτήσεις ενοικίου, πιθανές φορολογικές ελαφρύνσεις, προσαρμογές στη φορολογία νέων οικοδομών, ακόμη και αλλαγές στον ΕΝΦΙΑ. Παράλληλα, ιδιαίτερη βαρύτητα θα δοθεί στη δημιουργία κοινωνικών κατοικιών μέσω αξιοποίησης της δημόσιας ακίνητης περιουσίας, σε μοντέλα που ήδη εφαρμόζονται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Σημαντικό ρόλο στη συνολική προσπάθεια θα συνεχίσει να έχει και το πρόγραμμα «Σπίτι μου», το οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη και στοχεύει στην ενίσχυση της πρόσβασης νέων και νέων οικογενειών στην ιδιοκατοίκηση.
Η πίεση στις τιμές στέγασης δεν αποτελεί ελληνικό φαινόμενο, αλλά τάση που παρατηρείται σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, με τις τιμές μίσθωσης και αγοράς κατοικιών να έχουν εκτοξευθεί την τελευταία διετία. Στην Ελλάδα, ωστόσο, το πρόβλημα εντείνεται από τη χαμηλή διαθεσιμότητα κατοικιών και την ταυτόχρονη άνοδο της ζήτησης, γεγονός που οδηγεί σε ιστορικά υψηλά επίπεδα τόσο τα ενοίκια όσο και τις τιμές διαμερισμάτων.
Το επόμενο διάστημα, το οικονομικό επιτελείο αναμένεται να παρουσιάσει το πλήρες πλαίσιο των νέων παρεμβάσεων, επιχειρώντας μια πιο συνολική, θεσμική προσέγγιση στο ζήτημα της κατοικίας, με ορίζοντα εφαρμογής που θα εκτείνεται σε βάθος ετών.
Οι ευρωπαϊκές προτάσεις
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έχοντας επεξεργαστεί τα δεδομένα της στεγαστικής κρίσης σε όλη την Ευρώπη- μεταξύ των άλλων- προτείνει στην Κομισιόν δέσμη παρεμβάσεων στην κατεύθυνση:
- Να παράσχουν οι δημόσιες Αρχές επείγοντα μέτρα για την τόνωση της προσφοράς κατοικιών μέσω της μείωσης του κανονιστικού φόρτου σε ολόκληρη την αλυσίδα αξίας, της εξάλειψης των εμποδίων και της γραφειοκρατίας και της άμβλυνσης των εμποδίων στην τοπική, εθνική και ενωσιακή νομοθεσία που υπονομεύουν την ανταγωνιστικότητα των τομέων των κατασκευών και των ανακαινίσεων.
- Να καταβληθούν προσπάθειες για τη βελτίωση της διαθεσιμότητας οικοδομήσιμης γης, ιδίως σε πυκνοκατοικημένες περιοχές. Οι δημόσιες Αρχές να κινητοποιήσουν δημόσια γη και να διευκολύνουν τις διαδικασίες διαίρεσης σε ζώνες για την κατασκευή τόσο κοινωνικής όσο και οικονομικά προσιτής στέγασης.
- Να διευκολύνουν οι δημόσιες αρχές τις διαδικασίες αδειοδότησης ώστε να καταστούν σημαντικά ταχύτερες και απλούστερες, μεταξύ άλλων μέσω μέτρων όπως η θέσπιση της αρχής της σιωπηρής διοικητικής συγκατάθεσης για την έκδοση οικοδομικών αδειών για νέες εργασίες κατασκευής και ανακαίνισης, εκτός από περιπτώσεις που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος, της πολιτιστικής ή ιστορικής κληρονομιάς.
- Να ενσωματώσουν, Κομισιόν και κυβερνήσεις, πλήρως τη στρατηγική «κύμα ανακαινίσεων», διασφαλίζοντας ότι η ανακαίνιση κτιρίων δεν επικεντρώνεται μόνο στην ενεργειακή απόδοση, αλλά και στην αύξηση της προσφοράς κατοικιών.
- Να προωθήσουν οι κυβερνήσεις ένα αποτελεσματικό και βασιζόμενο σε κίνητρα φορολογικό σύστημα για τις στεγαστικές πολιτικές, ενθαρρύνοντας τις επενδύσεις σε κατοικίες και συμβάλλοντας στον περιορισμό των πιέσεων στις τιμές των κατοικιών, τονώνοντας έτσι την προσφορά σε περιοχές υψηλής ζήτησης.
- Να εξετάσουν οι κυβερνήσεις έργα για την αποκατάσταση των δημόσιων κτιρίων για στέγαση και τη μετατροπή του αχρησιμοποίητου δημόσιου κτιριακού αποθέματος σε κοινωνικές κατοικίες.
- Τα κράτη- μέλη και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να καταστήσουν δυνατές τις συνθήκες προσέλκυσης ιδιωτικών επενδύσεων για την κατασκευή κατοικιών για νοικοκυριά χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος
- Ισχυρότερη χρηματοδοτική στήριξη προς τις τοπικές οντότητες για την ανάπτυξη οικονομικά προσιτής δημόσιας στέγασης.
Αυξήσεις τιμών
Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά την τελευταία οκταετία, οι τιμές των κατοικιών στην Ε.Ε. αυξήθηκαν κατά μέσο όρο κατά 48%, ενώ τα ενοίκια αυξήθηκαν κατά 18%, αντιπροσωπεύοντας συχνά έως και το 40% του μηνιαίου εισοδήματος ενός νοικοκυριού. Η κύρια αιτία αυτής της κρίσης είναι η περιορισμένη προσφορά αποθέματος κατοικιών, τόσο ιδιωτικών όσο και δημόσιων, λόγω της ανεπαρκούς κατασκευής και των ανεπαρκών επενδύσεων κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Ενδεικτικά, το 2024 ο δείκτης συνολικού ωφέλιμου εμβαδού σημείωσε περαιτέρω μείωση κατά 1,6 % και ο δείκτης κατοικιών παρέμεινε στάσιμος.
Ο πληθυσμός των αστικών κέντρων αυξάνεται, συγκεντρώνεται όλο και περισσότερο σε πόλεις μεγάλου και μεσαίου μεγέθους, ενώ οι αγροτικές περιοχές εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν πληθυσμιακή συρρίκνωση. Ταυτόχρονα, οι ανάγκες εξελίσσονται, καθώς οι οικογένειες γίνονται μικρότερες , ο πληθυσμός γηράσκει και οι μεταναστευτικές πιέσεις επιτείνουν τις δημογραφικές μεταβολές.
Η Τ.τ.Ε
Κατά την Τράπεζα της Ελλάδος, τρεις είναι οι βασικοί λόγοι που «εξαφάνισαν» χιλιάδες ακίνητα από την ελληνική αγορά.
Πρώτος λόγος για τη δραματική μείωση της προσφοράς, η δέσμευση χιλιάδων ακινήτων μέσω μη εξυπηρετούμενων δανείων, με αποτέλεσμα να βρίσκονται… κλειδωμένα σε χαρτοφυλάκια τραπεζών και servicers. Παρότι πολλά εξ αυτών προορίζονται για πλειστηριασμό, μεγάλο μέρος μένει ανενεργό για χρόνια, μέχρι να ολοκληρωθούν νομικές ή τεχνικές διαδικασίες.
Ο δεύτερος λόγος είναι η επενδυτική εκμετάλλευση των κατοικιών, είτε μέσω βραχυχρόνιων μισθώσεων είτε μέσω ξένων επενδυτικών σχημάτων, τα οποία απορροφούν όλο και μεγαλύτερο μέρος του διαθέσιμου αποθέματος. Σπίτια που μέχρι πριν λίγα χρόνια νοικιάζονταν σε οικογένειες, σήμερα λειτουργούν ως τουριστικά προϊόντα, αυξάνοντας το κενό στην αγορά μακροχρόνιας στέγης.
Τρίτος λόγος η χαμηλή παραγωγή νέων κατοικιών. Η οικοδομική δραστηριότητα το πρώτο εξάμηνο του 2025 υποχώρησε κατά 14% σε αριθμό αδειών, 24% σε επιφάνεια και 17% σε όγκο.
Το «πάγωμα» που προκάλεσε η απόφαση του ΣτΕ για τον Νέο Οικοδομικό Κανονισμό, σε συνδυασμό με το αυξημένο κόστος υλικών και ενέργειας, έχει καθηλώσει την οικοδομή σε ιστορικά χαμηλά. Το αποτέλεσμα είναι μια αγορά που λειτουργεί με τεχνητή έλλειψη: οι τιμές ανεβαίνουν όχι γιατί υπάρχει περισσότερη ζήτηση, αλλά γιατί δεν υπάρχει επαρκής προσφορά.