Ανοδικά κινήθηκαν τα μεγέθη της Arla Foods Ελλάς για το οικονομικό έτος 2024, επιβεβαιώνοντας τη σταθερή εμπορική και λειτουργική της απόδοση στην ελληνική αγορά. Ο κύκλος εργασιών της εταιρείας ανήλθε στα 68,93 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 7,3% σε σύγκριση με τα 64,23 εκατ. ευρώ του 2023 - μεταβολή που αντιστοιχεί σε 4,7 εκατ. ευρώ.
Τα μικτά κέρδη ανήλθαν σε 17,60 εκατ. ευρώ, παραμένοντας ουσιαστικά σταθερά σε σχέση με τα 17,66 εκατ. ευρώ της προηγούμενης χρονιάς, ενώ το κόστος πωλήσεων αυξήθηκε στα 51,33 εκατ. ευρώ από 46,57 εκατ. ευρώ το 2023, συμπιέζοντας οριακά το μικτό περιθώριο. Τα αποτελέσματα προ φόρων διαμορφώθηκαν σε 1,36 εκατ. ευρώ, ενισχυμένα κατά 4,1% σε σχέση με τα 1,31 εκατ. ευρώ του 2023. Η αύξηση αυτή αποδίδεται, μεταξύ άλλων, στη συγκράτηση των λοιπών εξόδων και στην αύξηση των έκτακτων εσόδων, παρά στην αύξηση των λειτουργικών δαπανών.
Τέλος, τα καθαρά αποτελέσματα μετά από φόρους ανήλθαν σε 1,02 εκατ. ευρώ έναντι 981,5 χιλ. ευρώ το 2023, σημειώνοντας άνοδο 3,7%. Η πορεία της εταιρείας χαρακτηρίζεται ικανοποιητική, καθώς διατηρεί την κερδοφορία της σε μια απαιτητική οικονομική συγκυρία, ενισχύοντας τη θέση της στον κλάδο των τροφίμων.
Η ρευστότητά της παραμένει σε «εξαιρετικά ικανοποιητικό επίπεδο», σύμφωνα με την εταιρεία, όπως φαίνεται και από το δείκτη γενικής ρευστότητας που βρίσκεται στο 195% (από 209% το 2023). Ο δείκτης κυκλοφορούντος ενεργητικού προς το σύνολο του ενεργητικού παρέμεινε σταθερά υψηλός, στο 97% (από 99% το 2023).
Το Lurpak παραμένει το πιο σημαντικό προϊόν
Το Lurpak παραμένει το σημαντικότερο προϊόν της Arla Foods Ελλάς και συνεχίζει να αναπτύσσεται με δυναμικό ρυθμό, ενώ παράλληλα σημαντική παραμένει και η ανάπτυξη στις άλλες κατηγορίες προϊόντων της εταιρείας (κατηγορία τυριών, καθώς και κατηγορία έτοιμων ροφημάτων). Σημειώνεται πως οι δραστηριότητες της Arla Foods Ελλάς ΑΕΒΕΕ είναι ως επί το πλείστον η εισαγωγή, η πώληση και η διανομή τυριού, βουτύρου, κρέμας γάλακτος και έτοιμων ροφημάτων. Τα εν λόγω προϊόντα προέρχονται κατά κύριο λόγο από την Arla Foods AMBA. Η εταιρεία δεν πραγματοποιεί εξαγωγές, ενώ στους περί τους 250 πελάτες της περιλαμβάνονται αλυσίδες λιανικής πώλησης καθώς και χονδρέμποροι.
Πώς αντιμετώπισε τις πληθωριστικές πιέσεις
Η εταιρεία αναφέρει στις οικονομικές καταστάσεις της πως το 2024 αντιμετώπισε απαιτητικό περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού, εξισορροπώντας στρατηγικά τις τιμές των προϊόντων της, τον όγκο πωλήσεων και την ανταγωνιστικότητά της. Επισημαίνει, ακόμη, πως εφάρμοσε προληπτικά μέτρα εξοικονόμησης κόστους και βελτιστοποίησης προκειμένου να μετριάσει τις επιπτώσεις του πληθωρισμού. « Όλες οι παραπάνω κινήσεις μας επέτρεψαν να διατηρήσουμε την οικονομική μας σταθερότητα και την ανταγωνιστικότητά μας σε ένα συνεχώς εξελισσόμενο ανταγωνιστικό και απαιτητικό περιβάλλον», τονίζεται στην οικονομική έκθεση.
Οι φετινές προκλήσεις - Συνεχίζεται η προωθητική υποστήριξη
Η εταιρεία σημειώνει πως το 2025 αναμένει περαιτέρω προκλήσεις και κάνει ειδική αναφορά στην αύξηση της τιμής γάλακτος το τελευταίο τετράμηνο του 2024 και το α΄ εξάμηνο του 2025 , που την οδήγησε στην προσεκτική αύξηση τιμών καταναλωτή έτσι ώστε να διατηρήσει τη θέση της στην αγορά, την ανταγωνιστικότητά της και τις πωλήσεις της. «Το πλάνο δράσης μας επανεξετάζεται συνεχώς προκειμένου να ενεργοποιούμε περαιτέρω δράσεις και διατήρηση πωλήσεων», αναφέρεται χαρακτηριστικά στις οικονομικές καταστάσεις, όπου ακόμη επισημαίνεται πως θα συνεχίσει την επιτυχημένη προωθητική υποστήριξη για τα προϊόντα Lurpak, τα τυριά και τις κρέμες γάλακτος Arla, καθώς και τα έτοιμα ροφήματα καφέ Starbucks και τη σειρά προϊόντων Arla Protein.
Οι στόχοι και το πλάνο για τη συνέχεια
Στόχος της Arla Foods Ελλάς είναι να παραμείνει κερδοφόρα και το 2025, και δηλώνει πως θα συνεχίσει να ενισχύει τις πωλήσεις στοχευμένα, κυρίως σε συγκεκριμένα προϊόντα και κανάλια πωλήσεων, με στόχο τη συνεχή βελτίωση βασικών οικονομικών δεικτών της επιχειρησιακής της λειτουργίας.
Βασικούς πυλώνες θα αποτελέσουν η αύξηση εντός των καναλιών λειτουργίας της, με στόχο τη διασφάλιση της κερδοφορίας της, η οποία το 2025 αναμένεται να κινηθεί σταθερά ανοδικά, καθώς και η ανάληψη όλων των απαραίτητων μέτρων για τη διασφάλιση του cash flow και του καθαρού κεφαλαίου κίνησης, το οποίο επίσης αναμένεται να κινηθεί σε καλύτερα επίπεδα σε σχέση με το 2024.