Σε έκθεση με τίτλο “Embracing Data Sharing”, το Ericsson ConsumerLab εξετάζει τα προγράμματα συνδρομής με κοινόχρηστα δεδομένα και πώς η δημιουργία των εν λόγω προγραμμάτων έχει επηρεάσει τη συμπεριφορά των καταναλωτών, καθώς και τα κίνητρα και τα εμπόδια για την περαιτέρω ανάπτυξή τους.
Στα προγράμματα κοινόχρηστων δεδομένων οι χρήστες smartphone αναζητούν πρωταρχικά υψηλές ποσότητες δεδομένων, ενώ περιζήτητα παραμένουν η απεριόριστη χρήση της υπηρεσίας φωνής και γραπτών μηνυμάτων. Ωστόσο, το 20% των υφιστάμενων χρηστών τέτοιων προγραμμάτων έχουν ήδη αρχίσει να κοιτάζουν πέρα από τις υπηρεσίες αυτές και να αναμένουν νέες δυνατότητες, όπως η διασύνδεση τους με τις σταθερές ευρυζωνικές τους συνδρομές και η δωρεάν πρόσβαση σε αποκλειστικό τηλεοπτικό και κινηματογραφικό περιεχόμενο.
Ένα από τα σημαντικότερα συμπεράσματα της έκθεσης είναι ότι οι μελλοντικοί χρήστες συνδρομών κοινόχρηστων δεδομένων θα είναι πολύ διαφορετικοί από τους σημερινούς και ότι αυτό θα δημιουργήσει νέες απαιτήσεις για τους παρόχους.
Ο Jasmeet Singh Sethi, Senior Advisor στο Ericsson ConsumerLab, λέει: «Παρατηρήσαμε ότι περίπου το ένα τέταρτο των χρηστών smartphone που διαθέτουν αυτή τη στιγμή προγράμματα κοινόχρηστων δεδομένων είναι ιδιαιτέρως ενεργοί και καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες δεδομένων κινητής τηλεφωνίας. Στο μέλλον αναμένουμε αυτό το ποσοστό να αυξηθεί κατά 42% και να ισοδυναμεί με το 40% των συνδρομητών με προγράμματα κοινόχρηστων δεδομένων στις έξι αγορές που εξετάσαμε: Βραζιλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ηνωμένες Πολιτείες, Ιαπωνία, Ινδία και Νότια Κορέα».
Το Ericsson ConsumerLab διαπίστωσε ότι οι καταναλωτές έχουν αρκετές προσδοκίες από τα προγράμματα κοινόχρηστων δεδομένων. Συγκεκριμένα, επιθυμούν:
•Σαφή κατανόηση του κόστους που περιλαμβάνεται.
•Μια απλή και εύχρηστη υπηρεσία που παραμένει αμετάβλητη ακόμη και σε περιπτώσεις ειδικών προσφορών.
•Διαφάνεια και διαχείριση του προγράμματος σε πραγματικό χρόνο.
•Ενίσχυση της αξίας του προγράμματος, επεκτείνοντας τη χρήση του σε άλλες συνδεδεμένες συσκευές όπως wearables.
•Βελτιωμένη κάλυψη εφαρμογών (για όσους κάνουν εντατική χρήση).
Οι καταναλωτές δυσκολεύονται να αποκρυπτογραφήσουν τα προγράμματα με κοινόχρηστα δεδομένα και χρειάζονται διαφάνεια σε πραγματικό χρόνο: το 46% δηλώνει δυσαρεστημένο όσον αφορά την κατανόηση των επιλογών και των χρεώσεων, ενώ δύο στους πέντε είναι δυσαρεστημένοι με την περιορισμένη δυνατότητα να παρακολουθούν και να τροποποιούν τη χρήση τους.
•Στις αγορές που μελετήθηκαν το νοικοκυριό του μέσου χρήστη smartphone διαθέτει τουλάχιστον έξι ψηφιακές συσκευές: τρεις που κάνουν χρήση του διαδικτύου, δύο συνδρομές πρόσβασης στο διαδίκτυο από κινητές συσκευές και μια επιπλέον επιλογή συνδεσιμότητας όπως σταθερή ευρυζωνική σύνδεση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πολλαπλά συνδρομητικά προγράμματα και λογαριασμούς.
«Ο αυξανόμενος αριθμός των διαθέσιμων επιλογών δημιουργεί ένα υψηλό επίπεδο πολυπλοκότητας στη διαχείριση των πολλαπλών συνδρομών», λέει ο Singh Sethi. «Οι καταναλωτές πιστεύουν ότι η προσφορά κοινόχρηστων υπηρεσιών θα βοηθήσει στην επίλυση αυτού του προβλήματος ψηφιακής συνδεσιμότητας».
Όσον αφορά την υιοθέτηση των προγραμμάτων κοινόχρηστων δεδομένων, παρατηρείται μεγάλη διαφοροποίηση μεταξύ των αγορών που μελετήθηκαν. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, το 26% των χρηστών smartphone που συμμετείχαν στην έρευνα είναι ήδη συνδρομητές τέτοιων προγραμμάτων, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για την Ινδία και τη Βραζιλία είναι μόνο 5%.
«Οι καταναλωτές είναι έτοιμοι να αποδεχτούν τα προγράμματα αυτά, αλλά η κατανόηση των αναγκών και των προσδοκιών τους είναι σημαντική για τη μεγιστοποίηση της ικανοποίησης τους».