Ο δείκτης κλίματος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην ΕΕ επανήλθε εντός του 2017 σε επίπεδα προ κρίσης και στις 80,2 μονάδες, αναφέρει η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ).
Η σταθερή εσωτερική ζήτηση ενισχύει την ανάκαμψη των μικρομεσαίων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν αβεβαιότητες και αρνητικές επιπτώσεις από το Brexit. Στην τριμερή κοινωνική σύνοδο κορυφής στις Βρυξέλλες στις 18 Οκτωβρίου 2017, η Πρόεδρος της UEAPME Ulrike Rabmer‐Koller παρουσίασε το τελευταίο βαρόμετρο των ΜμΕ στους ηγέτες των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων. Οι Ευρωπαίοι ΜμΕ φαίνεται να έχουν καταφέρει σημαντικές βελτιώσεις στις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες σε σχέση με το τελευταίο εξάμηνο. Ως αποτέλεσμα, ο δείκτης κλίματος των ΜμΕ αυξήθηκε στις 80,2 μονάδες, το υψηλότερο ποσοστό που καταγράφηκε από την εμφάνιση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2008. Ωστόσο, η ανάκαμψη εξακολουθεί να είναι εύθραυστη και η αβεβαιότητα από το Brexit μειώνει τις προσδοκίες στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις χώρες με στενούς οικονομικούς δεσμούς με αυτό. Η εμπιστοσύνη όλων των περιφερειών έχει αυξηθεί, αλλά συνεχίζεται η διαίρεση Βορρά και Νότου. Ο τομέας των κατασκευών κερδίζει από την αύξηση των επενδύσεων σε ιδιωτικές κατοικίες και μεταποιητικές βιομηχανίες από βελτιωμένες παγκόσμιες προοπτικές. Οι δύο αυτοί κλάδοι έχουν οδηγήσει σε μια πιο θετική προοπτική τον κύκλο εργασιών και την απασχόληση. Ταυτόχρονα, η αβεβαιότητα σχετικά με τη βιωσιμότητα της ανάκαμψης εξακολουθεί να περιορίζει τις επενδύσεις.
Η ΕΣΕΕ επισημαίνει ότι το «Ευρωβαρόμετρο» για τις ΜμΕ δείχνει σημαντικές βελτιώσεις κατά το πρώτο εξάμηνο του 2017 όσον αφορά διάφορες πτυχές των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους, όπως ο κύκλος εργασιών, η απασχόληση και οι επενδύσεις, όπου τα στοιχεία είναι σημαντικά υψηλότερα από τις προσδοκίες στις αρχές του έτους. Όσον αφορά τους λόγους για τους οποίους οι ΜμΕ είχαν καλύτερα αποτελέσματα από τα αναμενόμενα, η UEAPME το αποδίδει στα συνδυασμένα θετικά αποτελέσματα του σχετικά σταθερού πυρήνα του πληθωρισμού, της μείωσης του ποσοστού ανεργίας και των αυξανόμενων μισθών. Αυτοί είναι οι παράγοντες που συνέβαλαν στη βελτίωση της αγοραστικής δύναμης των ευρωπαίων καταναλωτών και ως εκ τούτου στηρίζουν την εσωτερική ζήτηση που βασίζονται οι περισσότερες ΜμΕ. Αυτά τα εκπληκτικά θετικά αποτελέσματα έχουν επίσης επηρεάσει τις προσδοκίες για το τρέχον εξάμηνο, για το οποίο οι ΜμΕ βλέπουν συνέχιση της ανάκαμψης. Πράγματι, περισσότερες ΜμΕ στην ΕΕ αναφέρουν υψηλότερο κύκλο εργασιών και επίσης αύξηση της απασχόλησης. Ωστόσο, οι ΜμΕ εξακολουθούν να είναι απρόθυμες να επενδύσουν στην επέκτασή τους και η αβεβαιότητα σχετικά με τις συνέπειες του Brexit διατηρεί μία έλλειψη εμπιστοσύνης των ΜμΕ προς το Ηνωμένο Βασίλειο και τις γειτονικές του χώρες.
Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ και αντιπρόεδρος της UEAPME Βασίλης Κορκίδης συμφωνεί με την άποψη της προέδρου κας Rabmer‐Koller, ότι από την πλευρά μας οι ΜμΕ, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, εξακολουθούμε να μην βλέπουμε μια ισχυρή ανάκαμψη. Υπογράμμισε, μάλιστα, ότι για να διατηρηθεί η σημερινή οικονομική ανάκαμψη πρέπει να οικοδομηθεί ένα επιχειρηματικό περιβάλλον φιλικότερο προς τις ΜμΕ. Οπωσδήποτε απαιτείται τόνωση των ιδιωτικών επενδύσεων, μείωση της γραφειοκρατίας και των ρυθμιστικών φραγμών, αλλά και ενθάρρυνση της απασχόλησης. Οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, οι επιπλέον δεξιότητες, η ψηφιοποίηση και η παγκοσμιοποίηση πρέπει πρωτίστως να ωφελούν και να υποστηρίζουν τις ευρωπαϊκές, εθνικές και τοπικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η ΕΣΕΕ εύχεται σύντομα και χωρίς μεγάλες αποκλίσεις να ακολουθήσουν και οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις την ανοδική πορεία του «Ευρωβαρόμετρου».