Τα δεδομένα διεθνών επιστημονικών ερευνών ως προς την ανατροφή παιδιών, που μεγαλώνουν από ομόφυλα ζευγάρια, παρουσιάζει το νέο Policy Brief του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦίΜ).
Συγκεκριμένα, στη μελέτη που υπογράφουν ο Κωνσταντίνος Σαραβάκος, συντονιστής ερευνών του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών και ο Αριστείδης Χατζής, καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και Διευθυντής Ερευνών του ΚΕΦΙΜ επισημαίνονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Σύμφωνα με την Αμερικανική Ακαδημία Ψυχιάτρων Παιδιού και Εφήβου (American Academy of Child and Adolescent Psychiatry), η σύγχρονη έρευνα καταδεικνύει ότι τα παιδιά με γονείς ομοφυλόφιλους άνδρες ή λεσβίες δεν διαφέρουν από τα υπόλοιπα παιδιά ως προς τη συναισθηματική τους ανάπτυξη και τη σχέση τους με συνομηλίκους τους και ενήλικες. Η ανάπτυξη των παιδιών δεν επηρεάζεται από τον σεξουαλικό προσανατολισμό των γονέων τους, αλλά από την ποιότητα της σχέσης γονέων/παιδιού».
Ακόμη, «οι έρευνες έχουν καταδείξει ότι τα παιδιά με γονείς ΛΟΑΤ+ σε σύγκριση με τα παιδιά ετερόφυλων γονέων:
- δεν έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να έχουν ΛΟΑΤ+ προσανατολισμό,
- δεν έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να κακοποιηθούν σεξουαλικά,
- δεν αντιλαμβάνονται την ταυτότητα φύλου με διαφορετικό τρόπο, και
- δεν συμπεριφέρονται με διαφορετικό τρόπο ως άνδρες ή γυναίκες (gender role behavior)».
Εξ άλλου, «η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής (American Academy of Pediatrics) συμπεραίνει πως, βάσει ερευνητικών δεδομένων που ξεπερνούν τα 30 έτη, τα παιδιά που μεγαλώνουν από ομοφυλόφιλους άνδρες και λεσβίες επιδεικνύουν ανθεκτικότητα όσον αφορά την κοινωνική, ψυχολογική και σεξουαλική τους υγεία, παρά τις οικονομικές και νομικές ανισότητες και τον κοινωνικό στιγματισμό που μερικές φορές αντιμετωπίζουν».
Σύμφωνα, τέλος, «με την ανάλυση 79 μελετών από το Πανεπιστήμιο Cornell, τα παιδιά ομόφυλων ζευγαριών δεν βλάπτονται από το γεγονός ότι οι γονείς τους είναι άτομα του ίδιου φύλου. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με 75 από τις 79 μελέτες (ποσοστό 95%) τα παιδιά ομόφυλων γονέων δεν διαφέρουν από τα υπόλοιπα παιδιά, ενώ στις υπόλοιπες 4 (ποσοστό 5%) καταγράφονται ορισμένες αρνητικές συνέπειες για τα παιδιά ομόφυλων ζευγαριών».
Οι δύο συντάκτες του Policy Brief του ΚΕΦΙΜ ζητούν να θεσμοθετηθούν:
«* η δυνατότητα τέλεσης πολιτικού γάμου μεταξύ ομοφύλων, εξέλιξη που θα οδηγήσει και στην επίλυση των συνεπακόλουθων ζητημάτων που αφορούν τις σχέσεις συγγένειας, όπως η νομική αναγνώριση των γονεϊκών δικαιωμάτων και των δύο γονιών παιδιών που μεγαλώνουν με γονείς του ίδιου φύλου, η πρόσβαση στην υιοθεσία, καθώς και η αναγνώριση αλλοδαπών ληξιαρχικών πράξεων για παιδιά ομόφυλων Ελλήνων, τα οποία έχουν γεννηθεί στο εξωτερικό και
* η αναγνώριση του δικαιώματος στα ομόφυλα ζευγάρια να αποκτούν παιδιά μέσω παρένθετης κύησης».
Εν κατακλείδι, ο εκτελεστικός διευθυντής του ΚΕΦΙΜ Νίκος Ρώμπαπας σημειώνει, σε δήλωσή του, πως «είναι κατανοητό όσοι ενδιαφέρονται για την ευημερία των παιδιών και δεν γνωρίζουν τα πορίσματα της σχετικής επιστημονικής έρευνας, να έχουν ανησυχίες ως προς την προοπτική της τεκνοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια. Σε αυτές τις ανησυχίες θέλουμε να απαντήσουμε εμπεριστατωμένα με τη μελέτη αυτή που παρουσιάζει την επισκόπηση ενός πολύ μεγάλου όγκου ερευνών, οι οποίες σε τεράστιο ποσοστό συμφωνούν ότι αυτό που καθορίζει την ποιότητα της ανατροφής ενός παιδιού δεν είναι ο σεξουαλικός προσανατολισμός των γονέων του, αλλά η ποιότητα των οικογενειακών σχέσεων. Υπάρχουν πολλά και σοβαρά κριτήρια γονεϊκής καταλληλότητας, όμως ο σεξουαλικός προσανατολισμός δεν είναι ένα από αυτά», καταλήγει.